Ισχυρίζομαι, εξαρχής και ευθέως, πως το επίπεδο της διανοητικής παραγωγής σχετίζεται άμεσα – ή έμμεσα – με το μέσο γραφής.
Όταν γράφεις πχ στον υπολογιστή που είναι πανεύκολο και ανέξοδο να σβήσεις, σκέφτεσαι πιο χαλαρά. Γράφεις και απίστευτες χαζομάρες γιατί ξέρεις πως δεν είναι τίποτα να τις σβήσεις μετά.
Με το χαρτί, πάλι εύκολο είναι το σβήσιμο, αν κι εκεί το λάθος μπορεί να κοστίσει το ξαναγράψιμο ολόκληρης σελίδας. Πιο παλιά ακόμα, που το χαρτί ήταν πιο ακριβό και το γράψιμο με πένα αποτελούσε κάτι σαν μικρό τελετουργικό, σκεφτόσουν περισσότερο αυτά που έγραφες. Αν μάλιστα τα προόριζες για τύπωμα σε βιβλίο, τα σκεφτόσουν και τα ξανασκεφτόσουν. Ήξερες πως το βιβλίο μένει και αυτά που θα έγραφες εκεί μέσα θα σε στιγμάτιζαν για πάντα. Όχι όπως σήμερα που κυκλοφορούν εκατομμύρια γραπτά στο διαδίκτυο και χάνεται το στίγμα σου.
Κι αν πάμε κι ακόμα πιο παλιά, τότε που γράφανε πάνω στην πέτρα, ε εκεί έπρεπε να σκεφτούν δυο και δέκα φορές αυτό που θα γράφανε γιατί δεν χωρούσε λάθος.
Εν κατακλείδι, αν αυτά που γράφουμε θέλουμε να έχουν κάποιο βάρος και μια κάποια αξία στην ιστορία της διανόησης, θα πρέπει τις σκέψεις μας να τις σκαλίζουμε πάνω στην πέτρα.
Υ.Γ. Τα παραπάνω τα έγραψα κατευθείαν στον υπολογιστή. Ξεκίνησα να γράφω ένα ιστορικό μυθιστόρημα για την παγκόσμια ιστορία της Δυτικής και Ανατολικής σκέψης, αλλά μετά από καμιά πεντακοσαριά σελίδες, σβήσε, σβήσε μου έμεινε το παρών κείμενο.
Υπογραφή: Εγώ το Υποκείμενο
μα μιλάτε σοβαρά;