εργάτες

 ΕΡΓΑΤΕΣ

Χτύπησε καμπανάκι
σχολάνε απ’ τη δουλειά
άλλοι αλλάζουν ρούχα
άλλοι με τα βρώμικα
σκυμμένο το κεφάλι
πολύ η κούραση
σέρνονται να προλάβουν
το λεωφορείο
βγαίνουν από την πύλη
βουβοί
ήλιοι, φεγγάρια, αρώματα
ευτυχισμένες μέρες
όμορφες μελωδίες κι ανθοί
δωμάτια παιδικά
δωμάτια ερωτικά
χρώματα κι άλλα χρώματα
δροσούλες της θάλασσας
αέρας του βουνού
και χιόνι της κορφής
ποτάμια μες το δάσος
όμορφα πρόσωπα
δυνατά βλέμματα
μπράτσα για όνειρα
μάτια για έμπνευση
πόδια με φτερά
εργάτες του ονείρου
στη δούλεψη της ζωής.

Χτύπησε καμπανάκι
σχολάνε απ’ τη δουλειά.
Η τελευταία τους μέρα…
δεν θα ξανάρθουν.

έρωτας

        ΕΡΩΤΑΣ

Κάλιο το θάνατο φριχτό να είχα ταίρι
να του κρατώ χαϊδεύοντας τ’ άσπρο του χέρι,
βόλτα στο πάρκο με το θάνατο αγκαλιά
να κόβεται του αηδονιού η λαλιά

Τ’ άσπρα του μαύρα κόκαλα θα έντυνα χρυσάφι
και από πάνω μας των άστρων οι τάφοι.
Μ’ ένα βαθύ στο στόμα μας φιλί
θα’σβηνε και των άστρων το χαλί.

Κάλιο το θάνατο φριχτό να είχα ταίρι
παρά …

είπα στον κόκορά μου

Θυμάται κανείς αυτό το τραγουδάκι του Μάνου Λοίζου;
Οι στίχοι είναι του Ν. Τσιμπουρλιάνου και τραγουδάει ο Νίκος Αντωνιάδης.
(ξέρει κανείς την τύχη τους;)

Το τραγούδι πρέπει να βγήκε σε 45αρι , γιατί δεν υπάρχει σε κάποιον απο τους μεγάλους δίσκους του Λοίζου.
Εγω το βρήκα στη συλλογή «Ο δρόμος του Μάνου 1962 – 1982» της MINOS του 1995.
Για να θυμούνται οι παλιότεροι και να μαθαίνουν οι νεότεροι, όπως έλεγε κι ένας ραδιοφωνικός παραγωγός.

Είπα στον κόκορά μου
κι όπου λαλεί πουρνό
να κόψει τη συνήθεια
για θα του βγει ξινό.

Τι θέλεις και φωνάζεις
μήπως σ΄ακούει κανείς;
Τι θέλεις και φωνάζεις
μήπως ξυπνάει κανείς;

Θέλεις να μας ξυπνήσεις
να πιάσουμε δουλειά.
Δεν ήρθε ακόμα η ώρα
εμείς ξυπνάμε αργά.

Τι θέλεις και φωνάζεις….

Εδώ είναι πολιτεία
μεγάλη και τρανή
για κοίτα να σωπάσεις
μη χάσεις τη φωνή.

Τι θέλεις και φωνάζεις…

για αποθήκευση πατήστε εδώ

 

Άιντε και καλή ….Τρίτη!!!

σεσιλιάνικος

 ΣεσιλιάΝικος 

στο Νίκο 10/6/’97

Κατά καλόκαιρο τράβηξα
κατά διαόλου πάω.
Κάποιος φαί-   με τους χάρτες μου
γλέντι κάνει μεγάλο.

Εγώ φταίω που σταμάτησα
να περπατώ στην τύχη
και κάτι χάρτες ψώνισα
στου Νίκου του Ξενύχτη.

Κι αυτός το ίδιο βράδυ
που τους ξεφορτώθηκε
πήγε, πριν ανατείλει ,
και σκοτώθηκε.

 

Σημ. Χτες έπρεπε να αναρτηθεί αλλά το wordpress δεν μου έκανε τη χάρη

ο γέρων βασιλέφς του παραμυθιού

αυγοτέμπερα σε ξύλο (45χ33)

ο τρελλός

ακρυλικό σε καμβά (περ. 55χ85)